Περγάμου

Περγάμου
Πέργαμον
citadel
neut gen sg
Πέργαμος
fem gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Άτταλος — I Όνομα τριών βασιλιάδων της Περγάμου. 1. Ά. Α’ ο Σωτήρ (269 197 π.Χ.). Ο πρώτος βασιλιάς του ελληνιστικού αυτού κράτους (241 197). Η νίκη του εναντίον των Γαλατών υπήρξε η μεγάλη δόξα του. Χάρη στη διπλωματία και στις στρατηγικές του ικανότητες …   Dictionary of Greek

  • ευμενής — I (361; – 317 π.Χ.). Στρατηγός και φίλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Διακρίθηκε ως γραμματέας του Φιλίππου B’, αργότερα συνδέθηκε με φιλία και ανέλαβε την αρχιγραμματεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το έργο της σύνταξης των Βασιλικών Εφημερίδων. Μετά… …   Dictionary of Greek

  • Πέργαμος — Oνομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία ελληνική πόλη της Μυσίας της Μικράς Ασίας, κοντά στη σημερινή Μπεργκαμά, 80 χλμ. Β της Σμύρνης. Χτισμένη στην κορυφή ενός λόφου, αναπτύχθηκε γύρω από ένα φρούριο, από το οποίο πήρε και το όνομά της. Κατά την… …   Dictionary of Greek

  • φιλέταιρος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ηγεμόνας της Περγάμου (3ος αι. π.Χ.). Ίδρυσε το βασίλειο της Περγάμου, που στα χρόνια των Ατταλίδων γνώρισε μεγάλη ακμή. Ενώ ήταν διοικητής του φρουρίου της Περγάμου, υπό τις διαταγές του Λυσιμάχου, του βασιλιά της… …   Dictionary of Greek

  • Αντίγονος — I Όνομα τριών Μακεδόνων βασιλιάδων. 1. Α. ο επιλεγόμενος ΜονόφθαλμοςΚύκλωψ (381 – 301 π.Χ.). Στρατηγός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ίδρυσε τη λεγόμενη δυναστεία των Αντιγονιδών στην παλιά σατραπεία της Μεγάλης Φρυγίας, της Παμφυλίας και της Λυκίας …   Dictionary of Greek

  • ελληνιστικοί χρόνοι — Η περίοδος που μεσολάβησε από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) έως τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.). Ο όρος ε.χ. θεωρείται πιο ακριβής από τον όρο αλεξανδρινοί χρόνοι, γιατί η νέα έκφραση του ελληνικού πνεύματος δεν είχε ως έδρα… …   Dictionary of Greek

  • Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… …   Dictionary of Greek

  • Μιθριδάτης — Όνομα διαφόρων βασιλιάδων του Πόντου και της Περγάμου. Η σειρά των βασιλιάδων αυτών αρχίζει με τον M. A’, που στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. ίδρυσε το βασίλειο του Πόντου. Οι σημαντικότεροι βασιλείς με το όνομα Μ. είναι οι ακόλουθοι: 1. Σατράπης του …   Dictionary of Greek

  • ευμένειος — εὐμένειος, ία, ον (Α) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Ευμένη (όνομα δύο βασιλέων τής Περγάμου) 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ εὐμένεια γιορτή προς τιμήν τού βασιλιά Ευμένους Β τής Περγάμου 3. το αρσ. ως ουσ. ὁ εὐμένειος (ενν. μήν.) ονομασία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”